Εξηνταπέντε χρόνια συμπληρώνονται σήμερα (21-9-2009) από τη μάχη του Ρίμινι, όπου η ΙΙΙ Ελληνική Ορεινή Ταξιαρχία ΕΟΤ έγραψε μια ακόμη σελίδα δόξας στην πλούσια ιστορία του Ελληνικού Έθνους.
Παρακάτω παρατίθεται περιληπτικά ένα σύντομο ιστορικό για τη συγκρότηση και τη δράση της ΙΙΙ ΕΟΤ μέχρι και τη μάχη του Ρίμινι, όπως δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Αμυνας.
Συγκρότηση της III Ελληνικής Ορεινής Ταξιαρχίας
Μετά την καταστολή του στασιαστικού κινήματος της 6ης Απριλίου 1944, τη διάλυση των μονάδων που αναμίχθηκαν σε αυτό, τον αφοπλισμό των ανδρών τους και τη μεταφορά τους σε διάφορα στρατόπεδα συγκεντρώσεως, άρχισαν έντονες ενέργειες της Ελληνικής Κυβερνήσεως προς το Γενικό Στρατηγείο Δυνάμεων Μέσης Ανατολής (ΓΣΔΜΑ), για την αναδιοργάνωση του Ελληνικού Στρατού Μέσης Ανατολής και τη συγκρότηση νέων μονάδων, ικανών να συμμετάσχουν στις επιχειρήσεις των Συμμάχων στα διάφορα μέτωπα.
Οι συνεννοήσεις της Ελληνικής Κυβερνήσεως με το ΓΣΔΜΑ κατέληξαν στην απόφαση να συγκροτηθεί από επιλεγμένους αξιωματικούς και οπλίτες των μονάδων που διαλύθηκαν ή από μονάδες που δεν είχαν λάβει μέρος στο στασιαστικό κίνημα της 6ης Απριλίου, με βάση αυτές της II Ταξιαρχίας, μια νέα ταξιαρχία ορεινής συνθέσεως. Το σχετικό έγγραφο του ΓΣΔΜΑ εκδόθηκε στις 31 Μαΐου 1944 και αμέσως προχώρησε, με την εποπτεία της 9ης Βρετανικής Στρατιάς, η συγκρότηση της νέας ταξιαρχίας, με την επωνυμία "III Ελληνική Ορεινή Ταξιαρχία" (III EOT). Ως χώρος συγκροτήσεως της Ταξιαρχίας ορίσθηκε το Στρατόπεδο Ινσαρίγιε του Λιβάνου και πρώτος διοικητής αυτής ο Συνταγματάρχης Πεζικού Τσακαλώτος Θρασύβουλος.
Η συγκρότηση και επάνδρωση της ολοκληρώθηκε στις 19 Ιουνίου, οπότε η Ταξιαρχία μεταφέρθηκε στην Τρίπολη του Λιβάνου, στο Κέντρο Εκπαιδεύσεως Ορεινού Αγώνα (ΚΕΟΑ), για σύντομη εκπαίδευση σε αντικείμενα ορεινού αγώνα και προετοιμασία της με προοπτική τη συμμετοχή της στις επιχειρήσεις των Συμμάχων στην Ιταλία. Η εκπαίδευση και η συμπλήρωση της στην εμπόλεμη σύνθεση ολοκληρώθηκαν στις 28 Ιουλίου 1944.
Η Μεταφορά της III Ελληνικής Ορεινής Ταξιαρχίας στην Ιταλία
Από τις 28 Ιουλίου 1944, σύμφωνα με διαταγή του ΓΣΔΜΑ, άρχισε η προώθηση του υλικού της Ταξιαρχίας στο λιμένα της Βηρυτού, για τη φόρτωση του σε πλοία. Το προσωπικό της άρχισε να μεταφέρεται σιδηροδρομικώς, από το πρωί της 4ης Αυγούστου, στο λιμένα της Χάιφα.
Η μετακίνηση της Ταξιαρχίας έγινε από το ολλανδικό υπερωκεάνιο "Ρουίς", το οποίο απέπλευσε από το λιμένα της Χάιφας στις 04:45 της 7ης του μηνός, με προορισμό τον Τάραντα της Ιταλίας, όπου έφτασε το πρωί της 11ης Αυγούστου 1944.
Κατόπιν μετακινήθηκε στην περιοχή του Σπολέτο, και τέθηκε τακτικώς υπό τις διαταγές της 2ης Νεοζηλανδικής Μεραρχίας του Στρατηγού Weir (Γουέιρ). Στις 28 Αυγούστου, αφού ενισχύθηκε με τρεις ουλαμούς Μεταφορών από τη Μεραρχία διατάχθηκε απ' αυτή να προωθηθεί στη ζώνη των πρόσω.
Η Είσοδος της III Ελληνικής Ορεινής Ταξιαρχίας στον Αγώνα
Στις 3 Σεπτεμβρίου, η III EOT άλλαξε τακτική υπαγωγή, τέθηκε υπό τις διαταγές της 5ης Καναδικής Μεραρχίας ως εφεδρική της και διατάχθηκε να μετακινηθεί στην περιοχή της Σάντα Μαρία Πιετραφίττα, οκτώ χιλιόμετρα από τη γραμμή του μετώπου.
Το μεσημέρι της 7ης Σεπτεμβρίου ο Διοικητής της Ταξιαρχίας κλήθηκε στο Στρατηγείο της 1ης Καναδικής Μεραρχίας, προκειμένου να ενημερωθεί για την τακτική κατάσταση και την αποστολή του. Σύμφωνα με αυτή, η Ταξιαρχία έπρεπε να κινηθεί τη νύχτα 8/9 Σεπτεμβρίου και να αντικαταστήσει την 3η Καναδική Ταξιαρχία, που είχε εγκατασταθεί αμυντικώς βορειοδυτικά της πόλεως Καττόλικα. Αποστολή της ήταν να καλύπτει το δεξιό πλευρό της 1ης Καναδικής Μεραρχίας, κατά την επίθεση που σχεδιαζόταν να ενεργήσει η τελευταία προς την κατεύθυνση του Ρίμινι.
Η Μάχη του Ρίμινι (14-21 Σεπ. 1944)
Τη νύχτα 13/14 Σεπτεμβρίου, η 1η Καναδική Μεραρχία συγκεντρώθηκε στην περιοχή νότια του ποταμού Μαράνο, για να επιτεθεί στις 06:30 της 14ης Σεπτεμβρίου. Η III EOT διατάχθηκε να ενεργήσει νυχτερινή επίθεση στις 02:00 της ίδιας ημέρας, σε συνδυασμό με την 3η Καναδική Ταξιαρχία, η οποία θα ενεργούσε στο αριστερό πλευρό της. Η κίνηση των τμημάτων της Ταξιαρχίας για την κατάληψη της βάσεως εξορμήσεως άρχισε τις τελευταίες νυχτερινές ώρες 13/14 Σεπτεμβρίου.
Η επίθεση της Ταξιαρχίας άρχισε στις 16:00 της 20ής Σεπτεμβρίου με το Ι Τάγμα μετά από δεκάλεπτο βομβαρδισμό πυροβολικού. Με την υποστήριξη των αρμάτων μάχης και με σκληρό αγώνα κατέλαβε τη Σάντα Μαρία ντε λε Κολονέλε. Ακολούθησε στις 16:30 η επίθεση του II Τάγματος με την υποστήριξη πυροβολικού και αρμάτων μάχης. Το Τάγμα, πολεμώντας ηρωικά, ανέτρεψε τις εχθρικές αντιστάσεις στον τομέα του και στις 2000 προωθήθηκε 1.200 μέτρα νοτιοανατολικά του Ρίμινι, καταλαμβάνοντας τον πρώτο αντικειμενικό σκοπό της ημέρας αυτής.
Το Ρίμινι έπεσε τελικά στις 09:00 της 21ης Σεπτεμβρίου 1944. Η κατάληψη του ήταν το έπαθλο δεκαπενθήμερου αγώνα της III EOT εναντίον εχθρού που είχε ισχυρή αμυντική οργάνωση και έδωσε σκληρή μάχη από σπίτι σε σπίτι και από πολυβολείο σε πολυβολείο διεκδικώντας με πείσμα το έδαφος.
Τις απογευματινές ώρες της 21ης Σεπτεμβρίου έγινε στην πλατεία της πόλεως τελετή, με την παρουσία αντιπροσωπειών των μονάδων της Ελληνικής Ταξιαρχίας και των καναδικών και νεοζηλανδικών μονάδων, για να αποδοθούν τιμές στην πολεμική σημαία του II Τάγματος, που πρώτο εισήλθε στο Ρίμινι. Από το γεγονός αυτό, η ΙΙΙ ΕΟΤ ονομάστηκε έκτοτε «Ταξιαρχία Ρίμινι».
Ο Διοικητής των Συμμαχικών Στρατευμάτων Στρατηγός Αλεξάντερ σε έκθεση του με τον τίτλο "Οι Σύμμαχοι Στρατοί στην Ιταλία από τις 3 Σεπτεμβρίου 1943 μέχρι τις 12 Δεκεμβρίου 1944" σημειώνει για τη δράση της III EOT τα εξής: "Στις 20 Σεπτεμβρίου, έπειτα από πάλη χωρίς ελπίδα, εκκαθαρίσθηκε το Σαν Φορτουνάτο και στη διάρκεια της νύχτας οι Έλληνες, υπό τη διοίκηση της 1ης Καναδικής Μεραρχίας, εισήλθαν στο Ρίμινι. Ήμουνα ευτυχής, γιατί η επιτυχία αυτή είχε τόσο έγκαιρα λαμπρύνει τα πεπρωμένα της ηρωικής αυτής χώρας, που ήταν η μόνη μαχόμενη σύμμαχος στο πλευρό μας σε στιγμές ζοφερές και γιατί μία νέα νίκη στην Ιταλία είχε προστεθεί στη δόξα που αποκτήθηκε στα βουνά της Αλβανίας".
Παρακάτω παρατίθεται περιληπτικά ένα σύντομο ιστορικό για τη συγκρότηση και τη δράση της ΙΙΙ ΕΟΤ μέχρι και τη μάχη του Ρίμινι, όπως δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Αμυνας.
Συγκρότηση της III Ελληνικής Ορεινής Ταξιαρχίας
Μετά την καταστολή του στασιαστικού κινήματος της 6ης Απριλίου 1944, τη διάλυση των μονάδων που αναμίχθηκαν σε αυτό, τον αφοπλισμό των ανδρών τους και τη μεταφορά τους σε διάφορα στρατόπεδα συγκεντρώσεως, άρχισαν έντονες ενέργειες της Ελληνικής Κυβερνήσεως προς το Γενικό Στρατηγείο Δυνάμεων Μέσης Ανατολής (ΓΣΔΜΑ), για την αναδιοργάνωση του Ελληνικού Στρατού Μέσης Ανατολής και τη συγκρότηση νέων μονάδων, ικανών να συμμετάσχουν στις επιχειρήσεις των Συμμάχων στα διάφορα μέτωπα.
Οι συνεννοήσεις της Ελληνικής Κυβερνήσεως με το ΓΣΔΜΑ κατέληξαν στην απόφαση να συγκροτηθεί από επιλεγμένους αξιωματικούς και οπλίτες των μονάδων που διαλύθηκαν ή από μονάδες που δεν είχαν λάβει μέρος στο στασιαστικό κίνημα της 6ης Απριλίου, με βάση αυτές της II Ταξιαρχίας, μια νέα ταξιαρχία ορεινής συνθέσεως. Το σχετικό έγγραφο του ΓΣΔΜΑ εκδόθηκε στις 31 Μαΐου 1944 και αμέσως προχώρησε, με την εποπτεία της 9ης Βρετανικής Στρατιάς, η συγκρότηση της νέας ταξιαρχίας, με την επωνυμία "III Ελληνική Ορεινή Ταξιαρχία" (III EOT). Ως χώρος συγκροτήσεως της Ταξιαρχίας ορίσθηκε το Στρατόπεδο Ινσαρίγιε του Λιβάνου και πρώτος διοικητής αυτής ο Συνταγματάρχης Πεζικού Τσακαλώτος Θρασύβουλος.
Η συγκρότηση και επάνδρωση της ολοκληρώθηκε στις 19 Ιουνίου, οπότε η Ταξιαρχία μεταφέρθηκε στην Τρίπολη του Λιβάνου, στο Κέντρο Εκπαιδεύσεως Ορεινού Αγώνα (ΚΕΟΑ), για σύντομη εκπαίδευση σε αντικείμενα ορεινού αγώνα και προετοιμασία της με προοπτική τη συμμετοχή της στις επιχειρήσεις των Συμμάχων στην Ιταλία. Η εκπαίδευση και η συμπλήρωση της στην εμπόλεμη σύνθεση ολοκληρώθηκαν στις 28 Ιουλίου 1944.
Η Μεταφορά της III Ελληνικής Ορεινής Ταξιαρχίας στην Ιταλία
Από τις 28 Ιουλίου 1944, σύμφωνα με διαταγή του ΓΣΔΜΑ, άρχισε η προώθηση του υλικού της Ταξιαρχίας στο λιμένα της Βηρυτού, για τη φόρτωση του σε πλοία. Το προσωπικό της άρχισε να μεταφέρεται σιδηροδρομικώς, από το πρωί της 4ης Αυγούστου, στο λιμένα της Χάιφα.
Η μετακίνηση της Ταξιαρχίας έγινε από το ολλανδικό υπερωκεάνιο "Ρουίς", το οποίο απέπλευσε από το λιμένα της Χάιφας στις 04:45 της 7ης του μηνός, με προορισμό τον Τάραντα της Ιταλίας, όπου έφτασε το πρωί της 11ης Αυγούστου 1944.
Κατόπιν μετακινήθηκε στην περιοχή του Σπολέτο, και τέθηκε τακτικώς υπό τις διαταγές της 2ης Νεοζηλανδικής Μεραρχίας του Στρατηγού Weir (Γουέιρ). Στις 28 Αυγούστου, αφού ενισχύθηκε με τρεις ουλαμούς Μεταφορών από τη Μεραρχία διατάχθηκε απ' αυτή να προωθηθεί στη ζώνη των πρόσω.
Η Είσοδος της III Ελληνικής Ορεινής Ταξιαρχίας στον Αγώνα
Στις 3 Σεπτεμβρίου, η III EOT άλλαξε τακτική υπαγωγή, τέθηκε υπό τις διαταγές της 5ης Καναδικής Μεραρχίας ως εφεδρική της και διατάχθηκε να μετακινηθεί στην περιοχή της Σάντα Μαρία Πιετραφίττα, οκτώ χιλιόμετρα από τη γραμμή του μετώπου.
Το μεσημέρι της 7ης Σεπτεμβρίου ο Διοικητής της Ταξιαρχίας κλήθηκε στο Στρατηγείο της 1ης Καναδικής Μεραρχίας, προκειμένου να ενημερωθεί για την τακτική κατάσταση και την αποστολή του. Σύμφωνα με αυτή, η Ταξιαρχία έπρεπε να κινηθεί τη νύχτα 8/9 Σεπτεμβρίου και να αντικαταστήσει την 3η Καναδική Ταξιαρχία, που είχε εγκατασταθεί αμυντικώς βορειοδυτικά της πόλεως Καττόλικα. Αποστολή της ήταν να καλύπτει το δεξιό πλευρό της 1ης Καναδικής Μεραρχίας, κατά την επίθεση που σχεδιαζόταν να ενεργήσει η τελευταία προς την κατεύθυνση του Ρίμινι.
Η Μάχη του Ρίμινι (14-21 Σεπ. 1944)
Τη νύχτα 13/14 Σεπτεμβρίου, η 1η Καναδική Μεραρχία συγκεντρώθηκε στην περιοχή νότια του ποταμού Μαράνο, για να επιτεθεί στις 06:30 της 14ης Σεπτεμβρίου. Η III EOT διατάχθηκε να ενεργήσει νυχτερινή επίθεση στις 02:00 της ίδιας ημέρας, σε συνδυασμό με την 3η Καναδική Ταξιαρχία, η οποία θα ενεργούσε στο αριστερό πλευρό της. Η κίνηση των τμημάτων της Ταξιαρχίας για την κατάληψη της βάσεως εξορμήσεως άρχισε τις τελευταίες νυχτερινές ώρες 13/14 Σεπτεμβρίου.
Η επίθεση της Ταξιαρχίας άρχισε στις 16:00 της 20ής Σεπτεμβρίου με το Ι Τάγμα μετά από δεκάλεπτο βομβαρδισμό πυροβολικού. Με την υποστήριξη των αρμάτων μάχης και με σκληρό αγώνα κατέλαβε τη Σάντα Μαρία ντε λε Κολονέλε. Ακολούθησε στις 16:30 η επίθεση του II Τάγματος με την υποστήριξη πυροβολικού και αρμάτων μάχης. Το Τάγμα, πολεμώντας ηρωικά, ανέτρεψε τις εχθρικές αντιστάσεις στον τομέα του και στις 2000 προωθήθηκε 1.200 μέτρα νοτιοανατολικά του Ρίμινι, καταλαμβάνοντας τον πρώτο αντικειμενικό σκοπό της ημέρας αυτής.
Το Ρίμινι έπεσε τελικά στις 09:00 της 21ης Σεπτεμβρίου 1944. Η κατάληψη του ήταν το έπαθλο δεκαπενθήμερου αγώνα της III EOT εναντίον εχθρού που είχε ισχυρή αμυντική οργάνωση και έδωσε σκληρή μάχη από σπίτι σε σπίτι και από πολυβολείο σε πολυβολείο διεκδικώντας με πείσμα το έδαφος.
Τις απογευματινές ώρες της 21ης Σεπτεμβρίου έγινε στην πλατεία της πόλεως τελετή, με την παρουσία αντιπροσωπειών των μονάδων της Ελληνικής Ταξιαρχίας και των καναδικών και νεοζηλανδικών μονάδων, για να αποδοθούν τιμές στην πολεμική σημαία του II Τάγματος, που πρώτο εισήλθε στο Ρίμινι. Από το γεγονός αυτό, η ΙΙΙ ΕΟΤ ονομάστηκε έκτοτε «Ταξιαρχία Ρίμινι».
Ο Διοικητής των Συμμαχικών Στρατευμάτων Στρατηγός Αλεξάντερ σε έκθεση του με τον τίτλο "Οι Σύμμαχοι Στρατοί στην Ιταλία από τις 3 Σεπτεμβρίου 1943 μέχρι τις 12 Δεκεμβρίου 1944" σημειώνει για τη δράση της III EOT τα εξής: "Στις 20 Σεπτεμβρίου, έπειτα από πάλη χωρίς ελπίδα, εκκαθαρίσθηκε το Σαν Φορτουνάτο και στη διάρκεια της νύχτας οι Έλληνες, υπό τη διοίκηση της 1ης Καναδικής Μεραρχίας, εισήλθαν στο Ρίμινι. Ήμουνα ευτυχής, γιατί η επιτυχία αυτή είχε τόσο έγκαιρα λαμπρύνει τα πεπρωμένα της ηρωικής αυτής χώρας, που ήταν η μόνη μαχόμενη σύμμαχος στο πλευρό μας σε στιγμές ζοφερές και γιατί μία νέα νίκη στην Ιταλία είχε προστεθεί στη δόξα που αποκτήθηκε στα βουνά της Αλβανίας".
Ἀναδημοσίευσις ἀπὸ τὴν ἐφημερίδα Ναυτεμπορική, 21-9-2009.
Ἡ Ἑλλὰς τοῦ ΟΧΙ - Σελίδες Πατριδογνωσίας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου